Wednesday 24 June 2009

Anti-Babylon

Το λεξικό ενός Rastafari "Babylon"
Η Βαβυλώνα είναι η κοινωνία των λευκών. Βαβυλώνιοι είναι οι εξουσιαστές

"Zion"
Από το αντίστοιχο Σιών. Η Γή της Επαγγελίας. Η Αφρική γενικότερα και η Αιθιοπία ειδικότερα

"Farao"
Οι καπιταλιστές ηγέτες.

"Pirates"
Οι δουλέμποροι

"Rudies"
Οι επαναστάτες, αγενείς νεαροί του Kingston.

"Ganja"
Η μαριχουάνα. Αναφέρεται και ώς Herb.

"Jah"
Ο θεός. Προσσωνύμιο και του αυτοκράτορα Selassie.

"Isralites"
Οι άνεργοι περιπλανώμενοι μαύροι. Λέγονται και sufferers.

"Dread"
Τρομερός. Σημαίνει την αντίδραση σε κάθε εξουσία.

"Dreadlocks"
Οι Rastafaris. Από το dread και το lock (κοτσίδα). Λέγονται επίσης και locksmen.

"Congo Bongo"
Ο θρησκευόμενος Αφρικανός.

"Natty"
Οι νεαροί Rastafaris.

"I and I"
Έκφραση που σημαίνει «Εγώ και ο θεός», επειδή ο θεός είναι μέσα μας κι εμείς ανήκουμε στο θεό.

"Ras Tafari"
Ras στα αμαρικά είναι το στέμμα ή ο πρίγκιπας. Tafari Makonnen ήταν το οικογενειακό όνομα του Haile Selassie.

"Elders"
Οι πρεσβύτεροι των Rastafarians, αυτοί που ανήκουν χρόνια στο κίνημα.

"Maroons"
Οι φυγάδες μαύροι σκλάβοι που που έφτιαξαν τις δικές τους κοινότητες στις Δυτικές Ινδίες, κρατώντας τις παραδόσεις της Αφρικής.

"Baldhead"
Οι λευκοί, επειδή κουρεύουν τα μαλιά τους.

"Shanty Towns"
Οι παραγκούπολεις στις οποίες ζούσαν οι μαύροι κάτω από άσχημες συνθήκες.

"Ital ή I-Tal"
Η δίαιτα των Rastafarians. Περιελάμβανε κυρίως ανεπεξέργαστη τροφή, φυτικά συστατικά και καθόλου αλάτι.

"Nyabinghi"
Σήμαινε κυρίως τις θρησκευτικές τελετές αλλά και το σύνολο, τη σύναξη των Rastafaris.

Wednesday 10 June 2009

Νέα πράγματα


"Δεν είναι ότι δεν εκτιμώ τον Αλκίνοο Ιωαννίδη, το αντίθετο θα έλεγα, αλλά δεν είμαι και τόσο του... έντεχνου για να στέρξω να ακούσω το άλμπουμ αμέσως μόλις το πήρα στα χέρια μου. Αλλωστε, με τις ντάνες των ξένων cd να φαντάζουν απειλητικές μπροστά μου και λαμβάνοντας υπόψη τη φυλλοξήρα που έχει πέσει στον χώρο του ελληνικού τραγουδιού τα τελευταία χρόνια, δεν υπήρχε κάτι να με εξιτάρει, να με ιντριγκάρει. Κάτι που θα μου έκανε κλικ ώστε να ακούσω τη «Νεροποντή», την καινούργια δουλειά του Ιωαννίδη. Μέγα λάθος. Κι αν ο χρόνος δεν ήταν σχετικός, θα έλεγα πως τζάμπα έχασα τόσες μέρες.

Το cd είναι καταπληκτικό. Τόσο καλό που αν δεν άκουγα την ελληνική γλώσσα αποκλείεται να πίστευα πως προέρχεται από Ελληνα καλλιτέχνη. Σούπερ. Με εναλλαγές ρυθμών, με φοβερές μουσικές, με απρόβλεπτη εξέλιξη. Lost in space με άλλα λόγια. Ενας ολόκληρος καινούργιος μουσικός κόσμος. Μέχρι και χιούμορ με ψαλμωδίες κάνει ο Αλκίνοος. Εχει βέβαια και εξαιρετικούς καλλιτέχνες να τον πλαισιώνουν, από τον Μιχάλη Καπηλίδη στα ντραμς και τη Συμφωνική Ορχήστρα της Βουλγαρικής Εθνικής Ραδιοφωνίας, μέχρι τη Σόνια Θεοδωρίδου, λιτή και απέριτη στα φωνητικά. Αλλά, το βασικότερο είναι η έμπνευση. Κι αυτή βρίσκεται σε πολύ υψηλά επίπεδα.

Μου έφερε στον νου το «Ρεμπέτικο» του Ξαρχάκου. Τότε, πιτσιρικάς ακόμα, άκουγα φανατικά μόνο ξένα τραγούδια. Μέχρι που αγόρασα το διπλό βινίλιο με τη μουσική του Σταύρου Ξαρχάκου. Εκανα μέρες μέχρι να καταφέρω να περάσω στη δεύτερη πλευρά τού (πρώτου) δίσκου. Την άκουγα ξανά και ξανά. Τόσο πάθος, τόσο πολύ εντυπωσιάστηκα. Δεν συγκρίνω καταστάσεις, ούτε βέβαια εποχές, αλλά δίχως αμφιβολία ο Αλκίνοος έφτιαξε έναν από τους καλύτερους ελληνικούς δίσκους των τελευταίων ετών."

Monday 8 June 2009

Fortino Samano



Toυ Θανάση Παπακωνσταντίνου

Κάθε κοινωνικός σχηματισμός που έχει ή θέλει την εξουσία εκτρέφει και εκπαιδεύει μαντρόσκυλα. Το κράτος έχει την αστυνομία και το παρακράτος. Στα κόμματα έχουμε τα ονομαζόμενα «κομματόσκυλα». Επιλέγονται επιθετικές ράτσες και βέβαια εκπαιδεύονται για να αναπτύξουν στο έπακρο αυτή τη ροπή. Αντίθετα οι διάφορες αντιεξουσιαστικές ομάδες δεν έχουν ανάγκη για κάτι τέτοιο γιατί δεν έχουν σκοπό να καταλάβουν την εξουσία ούτε μάντρες να φυλάξουν. Έτσι γίνονται πιο ευάλωτοι σε προβοκάτσιες μα καλύτερα ελεύθεροι και ευάλωτοι παρά σκλάβοι και ασφαλείς. Πολλοί κρύβουν τα πρόσωπά τους είτε για «τεχνικούς» λόγους (προστασία από δακρυγόνα και άλλα παρανοϊκά σκευάσματα καταστολής) είτε και για να μην τους αναγνωρίσουν από τη στιγμή που κάνουν παράνομες ενέργειες. Όποιος φοράει κουκούλα δεν σημαίνει πως είναι δειλός. Είναι δειλός -ας πούμε- ο κομαντάντε Μάρκος;

Κατανοώ τη βία των αδύνατων που προσπαθούν να υπερασπίσουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, έχει ηθικά ερείσματα. Φοβάμαι όμως πως όποιος μολυνθεί από τον ιό της βίας, ακόμα και όταν ο στόχος του είναι ουμανιστικός, θα αποτύχει στο τέλος. Το μέσον κι ο σκοπός αγιάζουν το αποτέλεσμα. Αντί για τη βία προτιμώ την ανέλιξη της πνευματικότητας και την ανθρωπιά ως μέσο για μια καλύτερη ζωή. Παρ' όλα αυτά όμως θεωρώ τους αντιεξουσιαστές σαν το πιο ανιδιοτελές και θαρραλέο τμήμα των κοινωνικών αγωνιστών είτε στα δικά μας πρόσφατα γεγονότα, είτε στο απώτερο παρελθόν είτε στο μέλλον, τοπικά ή παγκόσμια...

Σαν επίλογο, συμπληρώνοντας ίσως τα παραπάνω με κάτι από το διακόνεμα μου, παραθέτω τις δύο τελευταίες στροφές από το ακυκλοφόρητο τραγούδι μου «Ο Σαν Μικέλε Είχε Εναν Κόκκορα»:

Πείτε μου. Μη βρέθηκε η σκάφη που, παλιά,
λουζόμουνα με ήλιο και με χιόνι
ή τα μαλλιά που φύλαξε απ' την πρώτη μου κουρά
η μάνα που ακόμα ρούχα απλώνει;
Το πτυελοδοχείο του Μπακούνιν το χυτό,
σύντροφοι, μήπως βρέθηκε και κείνο,
να φτύσω μέσα με θυμό που οι νέες εποχές
με κάνουνε να μοιάζω μ' αρλεκίνο;

Eφημερίδα ΑΥΓΗ Κυριακή 14 Δεκεμβρίου 2008

Σωκρατης Μαλαμας-Το γραμμα




Ο αρχηγός της φυλής του live

Είναι ιδιόρρυθμος; Εχει σκοτεινιές, μεγαλύτερες απ' ό,τι οι υπόλοιποι; Γιατί είναι από εκείνους στους οποίους, κυρίως, έχουν φορτώσει κατά καιρούς τη «μιζέρια» του έντεχνου; Αλλά και τι είναι αυτό που τον κάνει τόσο ιδιαίτερο ώστε για τα live του να πρέπει να κάνεις κράτηση τουλάχιστον δυο βδομάδες πριν; Γιατί, όπου κι αν εμφανίζεται, ο κόσμος γεμίζει τριπλοσειρά τα μπαρ; Ο Σωκράτης Μάλαμας, με 19 χρόνια στη δισκογραφία, είναι μια εμβληματική φυσιογνωμία της σύγχρονης ελληνικής μουσικής σκηνής, ικανή να συσπειρώσει γύρω απ' το όνομά του κανονικούς οπαδούς.

Ας τον παρατηρήσουμε στον «Σταυρό του Νότου». Είναι μποέμ, αλλά παρ' όλα αυτά ξέρει πια πώς να μη ριψοκινδυνεύει τη ροή του προγράμματός του και πώς να ισορροπεί σε μια άψογη αταξία, ικανή να ενισχύει όσο χρειάζεται την αίσθηση του αυθόρμητου. Οι μουσικοί του (Γ. Παπατριανταφύλλου, Κ. Ταπάκης, Ν. Παραουλάκης, Θ. Μιχαηλίδης, Κλ. Αντωνίου, Φ. Σιώτας, Π. Ζαφειρίου), όλοι ένας κι ένας, δεν ασφυκτιούν ούτε όμως το παρακάνουν, στο όνομα της χαλαρής σχέσης με το κοινό. Ισορροπούν κι αυτοί στις εξαιρετικές ενορχηστρώσεις -από τα κατ' εξοχήν προνόμια των live του Μάλαμα. Κι εκείνος στο μέσον με την κιθάρα του, έχει κάτι το επιβλητικό χωρίς να είναι αυστηρός. Λιτός και δωρικός, ναι, αλλά την ίδια στιγμή, τέτοιοι χαρακτηρισμοί που συνήθως ταυτίζονται με την αμιγή λαϊκότητα, υπονομεύονται από εγκεφαλικότερους στίχους, υπόγειες μελωδίες και τη χαρακτηριστική μπάσα φωνή του, που δεν παραπέμπει σε καθαρά λαϊκό ηχόχρωμα.

Ο Μάλαμας έχει βέβαια κάτι το πηγαία λαϊκό. Ανταποκρίνεται όμως και σε μια εξελληνισμένη και προσωπική εκδοχή του τρίπτυχου που έκανε ακαταμάχητους τους ροκ τροβαδούρους του '60: αντί για το «sex, drugs and rock'n'roll», αισθησιασμός, αλκοόλ και λαϊκό μπλουζ υπέρ της επί σκηνής μυθολογίας του. Η παραλλαγή του ασκεί εξίσου μεγάλη γοητεία. Οι νέοι άνθρωποι πάντα αναζητούν έναν ήρωα στο δικό τους road story, ακόμα κι όταν η γενιά τους δεν περιπλανιέται μ' ένα σακκίδιο στον ώμο, αλλά χτυπάει 10ωρο σε μια πολυεθνική. Θέλουν να μοιράζονται την ψευδαίσθηση ή και την ειλικρίνεια της εξομολόγησης, το σταδιακό «ανέβασμα» του ποτού, το «κατέβασμα» στη στιχουργική του υποσυνείδητου, το ταλέντο εκείνου που ακομπλεξάριστος χρησιμοποιεί υπέρ του ό,τι τα παιδιά της πόλης υπό άλλες συνθήκες δεν θα κατανοούσαν: ο Μάλαμας προέρχεται από την περιφέρεια, το υπενθυμίζει με κάποιους ιδιωματισμούς ή προσφωνήσεις («πουλάκι μου», η διασημότερη), ζει για διαστήματα αποκεντρωμένος, γουστάρει τα δημοτικά και τα βαριά λαϊκά και έχει αντλήσει και από αυτά για να βάλει τη δική του τραγουδοποιητική σφραγίδα.

Ο ίδιος, ως ένα από τα ισχυρά αντίδοτα της ποπ ελαφρότητας (εκείνης που αγνοεί οποιαδήποτε άλλη μελαγχολική σκέψη πέραν αυτής που δικαιολογεί ένας ερωτικός χωρισμός), συγκεντρώνει κάθε τόσο και τα βέλη. Δεν μου φαίνεται ότι ιδρώνει το αυτί του. Ακόμα κι όταν το τελευταίο του δισκογραφικό υλικό («Δρόμοι») δεν είναι από τα πιο γερά χαρτιά τού μουσικού του βιογραφικού, ξέρει τον τρόπο να το περνάει «κάτω». Κι αυτό ακριβώς κάνει στο πρώτο μέρος του προγράμματος με σύμμαχο τη Μαρίνα Δακανάλη, μια νέα τραγουδίστρια με ωραία φωνή που την επιδεικνύει σε όλο της το εύρος όταν ερμηνεύει δύο παραδοσιακά του τόπου της, της Κρήτης. Κι από κοντά, ο Κλέων Αντωνίου λέει το περίφημο ηπειρώτικο «Στης πικροδάφνης τον ανθό», σε μια από τις ευφυέστερες διασκευές που έχουν κάνει οι Mode Plagal, καθρεφτίζοντας την παράδοση σε ροκ κιθαριστικά σόλα και τζαζ τζαμαρίσματα.

Ο αρχηγός της φυλής του live, Μάλαμας, κλιμακώνει σταδιακά τη διάθεση του κοινού του παρεμβάλλοντας μια μεγάλη επιτυχία όπου πρέπει, είτε από τις δικές του («Να βάλω τα μεταξωτά», «Το γράμμα», «Πριγκιπέσα»), είτε από αυτές των συμμετοχών του σε δίσκους άλλων (προεξάρχοντος του Θανάση Παπακωνσταντίνου, από τον οποίο ανθολογείται ο «Διάφανος», «Ο Τειρεσίας», «Στην κοιλάδα των Τεμπών», κοντά σε άλλα, όπως το «Στα είπα όλα» του Μίλτου Πασχαλίδη). Και όπως είναι φυσικό, αν στις μεγάλες επιτυχίες οι διαθέσεις συγκλίνουν, στις υπόλοιπες περιπτώσεις καθένας έχει το δικό του αγαπημένο -στη δική μου περίπτωση αυτό είναι το «Πετάω πέτρες στο γιαλό», «Ο Μάντης» και το «Ριφιφί». Οπως και το «Στα μάτια τα ψιχαλιστά», ένα από τα δίστιχα του Παπαδιαμάντη που μελοποίησε ο Μανώλης Λιαπάκης και ερμηνεύει μοναδικά ο Μάλαμας.

Αλλά αυτό δεν μας το χαρίζει, όσο κι αν το ζητούμε. Ομως, ούτε το εμβληματικό του «Τσιγάρο ατελείωτο» λέει. Το ξέχασε; Προτιμώ να σκεφτώ κάτι συμβατότερο με την εικόνα του: ότι απόψε δεν γούσταρε να το πει.

ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 09/02/2008

Ηρωίνη και μαυράκι...

Το πολλαπλό σου είδωλο



Η απίστευτη ιστορία για το πώς ηχογραφήθηκε το κομμάτι, από συνέντευξη του Αργύρη Μπακιρτζή:

"Το τραγούδι «Το πολλαπλό σου είδωλο» το είχαμε αφήσει τελευταίο, επειδή ήταν αρκετά δύσκολο για τη φωνή μου.Το παίξαμε μία φορά, δεν μου άρεσε και είπα στον Παπάζογλου να το ξαναγράψουμε. Εκείνος είχε ένα ραντεβού και βιαζόταν. Εξοργίστηκε και μου μίλησε σχετικά άπρεπα. Ενιωσα πολύ άσχημα. Ή έπρεπε να μαλώσω και να μη γίνει ο δίσκος ή να σκύψω το κεφάλι και να το αφήσω να περάσει. Δεν ήξερα τι να κάνω. Οπότε, εκείνη ακριβώς τη στιγμή, η κοπέλα για την οποία είχα γράψει το τραγούδι και με την οποία είχα χαθεί, σαν από μηχανής θεός, κατέβαινε τις σκάλες του στούντιο στο βάθος. Μόλις την είδα, ξεχάστηκα και γράφτηκε η πολύ ωραία, συγκρατημένα δραματική, εκτέλεση του δίσκου."